Sturdiness in greek
Translation: sturdiness, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αντοχή, ανθεκτικότητά, την ανθεκτικότητά, ανθεκτικότητά του, για την ανθεκτικότητά
Other Languages
Related words: sturdiness
sturdiness language dictionary greek, sturdiness in greek
Translations
- sturdiest in greek - πιό εύρωστο, πιό εύρωστα, εύρωστο, εύρωστα
- sturdily in greek - γερά, ισχυρής, Στιβαρός, στερεώς
- sturdy in greek - γερός, ρωμαλέος, ανθεκτικός
- sturgeon in greek - οξύρρυγχος, οξυρρύγχου, οξύρρυγχου, οξύρρυγχο, οξυρρύγχων
Random words
Sturdiness in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αντοχή, ανθεκτικότητά, την ανθεκτικότητά, ανθεκτικότητά του, για την ανθεκτικότητά
Translations: αντοχή, ανθεκτικότητά, την ανθεκτικότητά, ανθεκτικότητά του, για την ανθεκτικότητά