User-specific in greek
Translation: user-specific, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
συγκεκριμένο χρήστη, ειδικά για το χρήστη, συγκεκριμένου χρήστη, χρήστη συγκεκριμένες, το χρήστη συγκεκριμένες
Other Languages
Related words: user-specific
user-specific language dictionary greek, user-specific in greek
Translations
- user-programmable in greek - προγραμματιζόμενη από το χρήστη, προγραμματιζόμενη από τον χρήστη, προγραμματίζονται από το χρήστη, ο χρήστης προγραμματιζόμενη, προγραμματιζόμενες από τον χρήστη
- user-related in greek - χρήστη, χρήστη και, το χρήστη και, το χρήστη, προς το χρήστη και
- users in greek - χρήστες, Οι χρήστες, χρηστών, τους χρήστες, στους χρήστες
- uses in greek - χρήσεις, χρήσεων, χρήση, τις χρήσεις, χρησεις
Random words
User-specific in greek - Dictionary: english » greek
Translations: συγκεκριμένο χρήστη, ειδικά για το χρήστη, συγκεκριμένου χρήστη, χρήστη συγκεκριμένες, το χρήστη συγκεκριμένες
Translations: συγκεκριμένο χρήστη, ειδικά για το χρήστη, συγκεκριμένου χρήστη, χρήστη συγκεκριμένες, το χρήστη συγκεκριμένες