Vulnerably in greek
Translation: vulnerably, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
τραυματοθεραπευτικός, σπασμωδικά, εύθραυστη, και σπασμωδικά, πρόχειρα και σπασμωδικά
Other Languages
Related words: vulnerably
vulnerably language dictionary greek, vulnerably in greek
Translations
- vulnerability in greek - τρωτό, ευπάθεια, ευπάθειας, θέμα ευπάθειας, τρωτότητας
- vulnerable in greek - ευάλωτος, ευάλωτες, ευάλωτα, ευάλωτων, ευάλωτοι, ευπαθείς
- vulnerary in greek - επουλωτικά, επουλωτικό, φαρμακευτικών φυτών
- vulpine in greek - αλωπεκώδης, πανούργος
Random words
Vulnerably in greek - Dictionary: english » greek
Translations: τραυματοθεραπευτικός, σπασμωδικά, εύθραυστη, και σπασμωδικά, πρόχειρα και σπασμωδικά
Translations: τραυματοθεραπευτικός, σπασμωδικά, εύθραυστη, και σπασμωδικά, πρόχειρα και σπασμωδικά