Hajanainen kreikaksi
Käännös: hajanainen, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
σποραδικός, ακανόνιστος, επέκταση, απλώνω, άτακτος, διαδίδω, αραιός, αδέσποτος, ασυνάρτητος, φουντώνω, διάχυτο, διαχέονται, διαχέεται, διαχυθεί, διάχυτη
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: hajanainen
hajanainen englanniksi, hajanainen identiteetti, hajanainen in english, hajanainen kiintymyssuhde, hajanainen käytös, hajanainen kielisanakirja kreikka, hajanainen kreikaksi
Käännökset
- hajaantunut kreikaksi - διάσπαρτα, διασκορπισμένα, διάσπαρτες, διάσπαρτα σε, διασκορπισμένες
- hajamielinen kreikaksi - απών, αφηρημένος, διάχυτου, αφηρημένους, διάχυτου φωτ, ξεχασιάρηδες
- hajanaisuus kreikaksi - διχόνοια, παραζάλη, σύγχυση, ασυμφωνία, κυκεώνας, διασπορά, ασυναρτησία, ...
- hajapääsymuisti kreikaksi - κριάρι, εμβολίζω, μια, μία, ένα, α, ένας
Satunnaisia sanoja
Hajanainen kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: σποραδικός, ακανόνιστος, επέκταση, απλώνω, άτακτος, διαδίδω, αραιός, αδέσποτος, ασυνάρτητος, φουντώνω, διάχυτο, διαχέονται, διαχέεται, διαχυθεί, διάχυτη
Käännökset: σποραδικός, ακανόνιστος, επέκταση, απλώνω, άτακτος, διαδίδω, αραιός, αδέσποτος, ασυνάρτητος, φουντώνω, διάχυτο, διαχέονται, διαχέεται, διαχυθεί, διάχυτη