Hajottaa kreikaksi
Käännös: hajottaa, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
σκορπίζω, διασκορπίζομαι, σπάζω, θρυμματίζω, κομματιάζω, συντρίβω, διασκορπίζω, προτομή, διασπείρω, καταρρεύσει, σπάσει, κατανείμει, αναλύονται, διασπώνται
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: hajottaa
hajottaa armeija, hajottaa eduskunnan, hajottaa hajoittaa, hajottaa intti, hajottaa maitosokeria, hajottaa kielisanakirja kreikka, hajottaa kreikaksi
Käännökset
- hajonta kreikaksi - διανομή, διασπορά, κατανομή, διασποράς, διασκορπισμού, διασκορπισμός, εναιώρημα
- hajota kreikaksi - ζαρώνω, προτομή, διασπείρω, φορώ, χωριστός, θρυμματίζω, ιδιαίτερος, ...
- hajottaminen kreikaksi - διάλυση, διάλυσης, διαλύσεως, διαλυτοποίησης, διαλυτοποίηση
- haju kreikaksi - άρωμα, μπόχα, μυρωδιά, βρομιά, βρώμα, δυσωδία, μυρίζω, ...
Satunnaisia sanoja
Hajottaa kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: σκορπίζω, διασκορπίζομαι, σπάζω, θρυμματίζω, κομματιάζω, συντρίβω, διασκορπίζω, προτομή, διασπείρω, καταρρεύσει, σπάσει, κατανείμει, αναλύονται, διασπώνται
Käännökset: σκορπίζω, διασκορπίζομαι, σπάζω, θρυμματίζω, κομματιάζω, συντρίβω, διασκορπίζω, προτομή, διασπείρω, καταρρεύσει, σπάσει, κατανείμει, αναλύονται, διασπώνται