Huojentaa kreikaksi
Käännös: huojentaa, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
καταπραΰνω, άνεση, επανορθώνω, αποκαθιστώ, ανακούφιση, ανακουφίσει, ανακουφίσουν, την ανακούφιση, ανακούφιση από
Muut kielet
Liittyvät sanat: huojentaa
huojentaa englanniksi, huojentaa merkitys, huojentaa ruotsiksi, huojentaa sanaristikko, huojentaa suomeksi, huojentaa kielisanakirja kreikka, huojentaa kreikaksi
Käännökset
- huohottaa kreikaksi - ασθμαίνω, αγκομαχώ, λαχανιάζω, παντελόνι, παντελονιού, παντελονάκι, εσώρουχο
- huojennus kreikaksi - χασμωδία, αναγωγή, ανάπαυλα, περιστολή, αναστολή, ανακοπή, ελάττωση, ...
- huojua kreikaksi - λικνίζω, σαλεύω, λικνίζομαι, πέτρα, ροκ, πείθω, κουνώ, ...
- huojunta kreikaksi - παλλόμενος, κουνιέμαι, ταλάντευση, δόνησης, ταλάντωση, ταλάντευσης
Satunnaisia sanoja
Huojentaa kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: καταπραΰνω, άνεση, επανορθώνω, αποκαθιστώ, ανακούφιση, ανακουφίσει, ανακουφίσουν, την ανακούφιση, ανακούφιση από
Käännökset: καταπραΰνω, άνεση, επανορθώνω, αποκαθιστώ, ανακούφιση, ανακουφίσει, ανακουφίσουν, την ανακούφιση, ανακούφιση από