Kiltti kreikaksi
Käännös: kiltti, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
καλός, είδος, ωραίος, ευγενικός, είδους, το είδος, του είδους, τύπου
Muut kielet
Liittyvät sanat: kiltti
kiltti 1, kiltti 3, kiltti englanniksi, kiltti ihminen, kiltti kauppa, kiltti kielisanakirja kreikka, kiltti kreikaksi
Käännökset
- kilta kreikaksi - σωματείο, συντεχνία, ένωση, τάγματος, του τάγματος, τάγμα, το τάγμα
- kiltteys kreikaksi - καλοσύνη, ευγένεια, καλοσύνης, την καλοσύνη, την ευγένεια
- kilvoitella kreikaksi - διαγωνίζομαι, καταπολεμώ, μάχομαι, συναγωνίζομαι, μάχη, υποστηρίζουν, ισχυρίζονται, ...
- kilvoittelu kreikaksi - διαγωνισμός, ανταγωνισμός, αντιζηλία, συναγωνισμός, αντιπαράθεση, οι προσπάθειες, οι προσπάθειες που, ...
Satunnaisia sanoja
Kiltti kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: καλός, είδος, ωραίος, ευγενικός, είδους, το είδος, του είδους, τύπου
Käännökset: καλός, είδος, ωραίος, ευγενικός, είδους, το είδος, του είδους, τύπου