Kolkko kreikaksi
Käännös: kolkko, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
φριχτός, άρρωστος, ωμός, φρικτός, ζοφερός, σκληρός, ανελέητος, άγριος, απαισιόδοξος, μελαγχολικός, αυστηρός, δριμύς, τραχύς, άσχημος, θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: kolkko
kolkko aavekoira, kolkko englanniksi, kolkko hiljaisuus, kolkko hiljaisuus ursa, kolkko ikaalinen, kolkko kielisanakirja kreikka, kolkko kreikaksi
Käännökset
- kolkata kreikaksi - χτύπος, κλαγγή, χτυπώ, Clank, κροτώ
- kolkka kreikaksi - τέταρτο, εσοχή, μέρος, γωνία, μαχαλάς, χωρίζω, τόπος, ...
- kolkkous kreikaksi - λύπη, έρημος, έρημη, Έρημο, Εγκαταλελειμμένο, έρημες
- kolkuttaa kreikaksi - χτυπούν, χτυπώντας, να χτυπήσει, χτυπήσει, χτυπά
Satunnaisia sanoja
Kolkko kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: φριχτός, άρρωστος, ωμός, φρικτός, ζοφερός, σκληρός, ανελέητος, άγριος, απαισιόδοξος, μελαγχολικός, αυστηρός, δριμύς, τραχύς, άσχημος, θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική
Käännökset: φριχτός, άρρωστος, ωμός, φρικτός, ζοφερός, σκληρός, ανελέητος, άγριος, απαισιόδοξος, μελαγχολικός, αυστηρός, δριμύς, τραχύς, άσχημος, θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική