Kutistuivat kreikaksi
Käännös: kutistuivat, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
συρρικνώθηκε, εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε ωστόσο, συρρικνώθηκαν, τον κορμό, έλλειμμα μειώθηκε ωστόσο
Muut kielet
Liittyvät sanat: kutistuivat
kutistuivat englanniksi, kutistuivat merkitys, kutistuivat ruotsiksi, kutistuivat sanaristikko, kutistuivat suomeksi, kutistuivat kielisanakirja kreikka, kutistuivat kreikaksi
Käännökset
- kutistua kreikaksi - συμβόλαιο, συστέλλομαι, προσβάλλομαι, συρρικνωθεί, συρρικνώνονται, συρρικνώνεται, συρρίκνωση, ...
- kutistui kreikaksi - συρρικνώθηκε, εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε ωστόσο, συρρικνώθηκαν, τον κορμό, έλλειμμα μειώθηκε ωστόσο
- kutistus kreikaksi - συστολή, Συρρίκνωση, Η συρρίκνωση, Φθίνουσες, Συρρικνώνοντας, συρρίκνωση των
- kutittaa kreikaksi - γαργαλίζω, φαγούρα, κνησμό, κνησμός, φαγούρας, itch
Satunnaisia sanoja
Kutistuivat kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: συρρικνώθηκε, εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε ωστόσο, συρρικνώθηκαν, τον κορμό, έλλειμμα μειώθηκε ωστόσο
Käännökset: συρρικνώθηκε, εμπορικό έλλειμμα μειώθηκε ωστόσο, συρρικνώθηκαν, τον κορμό, έλλειμμα μειώθηκε ωστόσο