Maali kreikaksi
Käännös: maali, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
τερματισμός, τέλος, αποβλέπω, τελειώνω, αντικειμενικός, σκοπεύω, στόχος, σκοπός, γκολ, αντιτείνω, προορισμός, βάφω, αντικείμενο, στοχεύω, περατώνω, βλέψη, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: maali
harmaa maali, helmi maali, jääkiekko maali, luja maali, maali alumiinille, maali kielisanakirja kreikka, maali kreikaksi
Käännökset
- maalata kreikaksi - βάφω, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει
- maalaus kreikaksi - ζωγραφιά, εικόνα, ζωγραφική, ζωγραφικής, τη ζωγραφική, βαφής, βαφή
- maaliskuu kreikaksi - μάρτιος, βαδίζω, Μάρτιος, Μαρτίου, πορεία, Μάρτιο, Μάρτιο του
- maaliverkko kreikaksi - κλουβί, διχτύων, διχτυα για τερματα
Satunnaisia sanoja
Maali kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: τερματισμός, τέλος, αποβλέπω, τελειώνω, αντικειμενικός, σκοπεύω, στόχος, σκοπός, γκολ, αντιτείνω, προορισμός, βάφω, αντικείμενο, στοχεύω, περατώνω, βλέψη, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει
Käännökset: τερματισμός, τέλος, αποβλέπω, τελειώνω, αντικειμενικός, σκοπεύω, στόχος, σκοπός, γκολ, αντιτείνω, προορισμός, βάφω, αντικείμενο, στοχεύω, περατώνω, βλέψη, χρώμα, μπογιά, ζωγραφίζω, ζωγραφίσει, ζωγραφίζει