Ratkaiseva kreikaksi
Käännös: ratkaiseva, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
κρίσιμος, ουσιώδης, ζωτικός, καθοριστικός, αποφασιστικός, κρίσιμο, ζωτικής σημασίας, κρίσιμη, καίριο
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: ratkaiseva
ratkaiseva englanniksi, ratkaiseva isku, ratkaiseva isku 1983, ratkaiseva isku 20 miljoonan huumekeikka, ratkaiseva isku katsomo, ratkaiseva kielisanakirja kreikka, ratkaiseva kreikaksi
Käännökset
- ratas kreikaksi - ταχύτητα, προσαρμόζω, οδοντωτός τροχός, γρανάζι, οδοντωτό τροχό, οδοντωτός, οδοντωτού τροχού
- rationaalinen kreikaksi - λογικός, ορθολογική, ορθολογικής, ορθολογικό, την ορθολογική
- ratkaista kreikaksi - διευθετώ, αποφασίζω, λύνω, λύσει, επίλυση, να λύσει, την επίλυση, ...
- ratkaisu kreikaksi - απάντηση, επίπτωση, διάλυμα, λύση, αποτέλεσμα, έκβαση, απαντώ, ...
Satunnaisia sanoja
Ratkaiseva kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: κρίσιμος, ουσιώδης, ζωτικός, καθοριστικός, αποφασιστικός, κρίσιμο, ζωτικής σημασίας, κρίσιμη, καίριο
Käännökset: κρίσιμος, ουσιώδης, ζωτικός, καθοριστικός, αποφασιστικός, κρίσιμο, ζωτικής σημασίας, κρίσιμη, καίριο