Rikollisjengi kreikaksi

Käännös: rikollisjengi, Sanakirja: suomi » kreikka

Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
δαχτυλίδι, συσκευάζω, δακτυλίδι, πακέτο, μάτι, σπείρα, κατακλύζω, συμμορία, τράπουλα, συμμορίας, συμμοριών, παρέα, της συμμορίας
Rikollisjengi kreikaksi
Liittyvät sanat
Muut kielet

Liittyvät sanat: rikollisjengi

lahtelainen rikollisjengi, more rikollisjengi, naisten rikollisjengi, rikollisjengi bandidos, rikollisjengi bats, rikollisjengi kielisanakirja kreikka, rikollisjengi kreikaksi

Käännökset

  • rikoksentekijä kreikaksi - ένοχος, παραβάτης, δράστης, δράστη, αυτουργός, θύτη, αυτουργού
  • rikollinen kreikaksi - ένοχος, κακούργος, κακοποιός, παραβάτης, εγκληματικός, φυγάς, εγκληματίας, ...
  • rikollisjärjestö kreikaksi - δαχτυλίδι, μάτι, δακτυλίδι, εγκληματικές οργανώσεις, εγκληματικών οργανώσεων, τις εγκληματικές οργανώσεις, των εγκληματικών οργανώσεων, ...
  • rikollisuus kreikaksi - έγκλημα, εγκλήματος, εγκληματικότητας, του εγκλήματος, εγκληματικότητα
Satunnaisia sanoja
Rikollisjengi kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: δαχτυλίδι, συσκευάζω, δακτυλίδι, πακέτο, μάτι, σπείρα, κατακλύζω, συμμορία, τράπουλα, συμμορίας, συμμοριών, παρέα, της συμμορίας