Sortaa kreikaksi
Käännös: sortaa, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
τρίζω, λιώνω, νταής, καταδιώκω, τσαλαπατώ, αλέθω, θρασύδειλος, αγγαρεία, καταπιέζω, καταπιέζουν, καταπιέζει, καταπιέσει, καταδυναστεύουν
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: sortaa
sortaa englanniksi, sortaa englanti, sortaa imperfekti, sortaa merkitys, sortaa ratkojat, sortaa kielisanakirja kreikka, sortaa kreikaksi
Käännökset
- sorronalaisuus kreikaksi - καταπίεση, καταδυνάστευση, καταπίεσης, την καταπίεση, της καταπίεσης, η καταπίεση
- sorsa kreikaksi - σκύβω, πάπια, πάπιας, παπιών, πάπιες, duck
- sortaja kreikaksi - καταπιεστής, καταπιεστή, δυνάστη, καταπιεστών, δυνάστης
- sortava kreikaksi - κατασταλτικός, κατασταλτικά, κατασταλτικών, κατασταλτική, κατασταλτικές
Satunnaisia sanoja
Sortaa kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: τρίζω, λιώνω, νταής, καταδιώκω, τσαλαπατώ, αλέθω, θρασύδειλος, αγγαρεία, καταπιέζω, καταπιέζουν, καταπιέζει, καταπιέσει, καταδυναστεύουν
Käännökset: τρίζω, λιώνω, νταής, καταδιώκω, τσαλαπατώ, αλέθω, θρασύδειλος, αγγαρεία, καταπιέζω, καταπιέζουν, καταπιέζει, καταπιέσει, καταδυναστεύουν