Tilaisuus kreikaksi
Käännös: tilaisuus, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
τελετουργικός, ευκαιρία, άθλημα, περίπτωση, συγκυρία, τύχη, υπόθεση, δεσμός, πιθανότητα, συμβάν, ευχέρεια, ευκολία, γεγονός, δυνατότητα, την ευκαιρία, ευκαιρία για, ευκαιρίας
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: tilaisuus
tilaisuus englanniksi, tilaisuus in english, tilaisuus merkitys, tilaisuus on avec, tilaisuus ratkojat, tilaisuus kielisanakirja kreikka, tilaisuus kreikaksi
Käännökset
- tila kreikaksi - θέση, δωμάτιο, πάθηση, τόπος, κρατίδιο, εντοπίζω, χώρος, ...
- tilaaja kreikaksi - αναγνώστης, αγοραστής, συνδρομητής, συνδρομητή, συνδρομητών, συνδρομητού, του συνδρομητή
- tilallinen kreikaksi - αγρότης, ιδιοκτήτης της φάρμας, ιδιοκτήτης του εκτροφείου, γαιοκτήμονα
- tilanhoitaja kreikaksi - οικονόμος, θαλαμηπόλος, επιστάτης, Steward, επόπτης, οικονόμου, καμαρότος
Satunnaisia sanoja
Tilaisuus kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: τελετουργικός, ευκαιρία, άθλημα, περίπτωση, συγκυρία, τύχη, υπόθεση, δεσμός, πιθανότητα, συμβάν, ευχέρεια, ευκολία, γεγονός, δυνατότητα, την ευκαιρία, ευκαιρία για, ευκαιρίας
Käännökset: τελετουργικός, ευκαιρία, άθλημα, περίπτωση, συγκυρία, τύχη, υπόθεση, δεσμός, πιθανότητα, συμβάν, ευχέρεια, ευκολία, γεγονός, δυνατότητα, την ευκαιρία, ευκαιρία για, ευκαιρίας