Vyöry kreikaksi
Käännös: vyöry, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
πλημμύρες, πλημμύρα, κατολίσθηση, πλημμυρίζω, χιονοστιβάδα, κατακλύζω, χιονοστιβάδας, χιονοστιβάδων, χιονοστιβάδες, καταιγισμό
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: vyöry
lumivyöry, vorssan vyöry, vyöry englanniksi, vyöry merkitys, vyöry myspace, vyöry kielisanakirja kreikka, vyöry kreikaksi
Käännökset
- vyö kreikaksi - ιμάντας, ζώνη, ιμάντα, ζώνης, ζωνών
- vyöhyke kreikaksi - ζώνη, περιοχή, ιμάντας, μαχαλάς, περιφέρεια, ζώνης, ζώνη της, ...
- vyöryä kreikaksi - τσουλήθρα, γλιστρώ, καροτσάκι, κυλίω, κυλιόμαι, trundle, συρταρωτό
- vyötärö kreikaksi - μέση, μέσης, της μέσης, τη μέση, στη μέση
Satunnaisia sanoja
Vyöry kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: πλημμύρες, πλημμύρα, κατολίσθηση, πλημμυρίζω, χιονοστιβάδα, κατακλύζω, χιονοστιβάδας, χιονοστιβάδων, χιονοστιβάδες, καταιγισμό
Käännökset: πλημμύρες, πλημμύρα, κατολίσθηση, πλημμυρίζω, χιονοστιβάδα, κατακλύζω, χιονοστιβάδας, χιονοστιβάδων, χιονοστιβάδες, καταιγισμό