Yksilönkehitys kreikaksi
Käännös: yksilönkehitys, Sanakirja: suomi » kreikka
Lähdekieli:
suomi
Kohdekieli:
kreikka
Käännökset:
ανάπτυξη, όγκος, εξέλιξη, ανάπτυξη του ατόμου, εξέλιξη του ατόμου, ανάπτυξη των επιμέρους, ανάπτυξη του ατόμου στα
Liittyvät sanat
Muut kielet
Liittyvät sanat: yksilönkehitys
hermoston yksilönkehitys, ihmisen yksilönkehitys, induktio yksilönkehitys, yksilön kehitysvaiheet, yksilönkehitys englanniksi, yksilönkehitys kielisanakirja kreikka, yksilönkehitys kreikaksi
Käännökset
- yksilö kreikaksi - ανθρώπινος, θνητός, άτομο, άνθρωπος, αντίγραφο, ψυχή, ατομικός, ...
- yksilöllinen kreikaksi - ιδιωτικός, φαντάρος, άτομο, ατομικός, ιδιαίτερος, επιμέρους, μεμονωμένων, ...
- yksimielinen kreikaksi - ομόφωνος, ομόφωνη, ομόφωνα, ομοφωνία στις αξιολογήσεις, ομοφωνία στις αξιολογήσεις τους, ομοφωνία
- yksimielisyys kreikaksi - ομοφωνία, συναίνεση, συναίνεσης, συναινετική, συμφωνία
Satunnaisia sanoja
Yksilönkehitys kreikaksi - Sanakirja: suomi » kreikka
Käännökset: ανάπτυξη, όγκος, εξέλιξη, ανάπτυξη του ατόμου, εξέλιξη του ατόμου, ανάπτυξη των επιμέρους, ανάπτυξη του ατόμου στα
Käännökset: ανάπτυξη, όγκος, εξέλιξη, ανάπτυξη του ατόμου, εξέλιξη του ατόμου, ανάπτυξη των επιμέρους, ανάπτυξη του ατόμου στα