Charnu en grec
Traduction: charnu, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σαρκώδης, σαρκώδη, σαρκώδες, σαρκώδεις, σαρκωδών
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): charnu
bourgeon charnu, charnu antonyme, charnu antonymes, charnu borderlands 2, charnu contraire, charnu dictionnaire de langue grec, charnu en grec
Traductions
- charnel en grec - σωματικός, δεκανέας, αισθητήριος, φυσικός, σαρκικός, αισθησιακός, σωματικά, ...
- charnière en grec - κλάπα, μεντεσές, άρθρωσης, μεντεσέ, άρθρωση, αρθρώσεως
- charogne en grec - ψοφίμι, πτώμα, κουφάρι, carrion, κουρούνα, ψοφίμια, το carrion
- charpente en grec - σκελετός, πλαίσιο, σώμα, ικρίωμα, σκαλωσιά, δομή, πλαισιώνω, ...
Mots aléatoires
Charnu en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σαρκώδης, σαρκώδη, σαρκώδες, σαρκώδεις, σαρκωδών
Traductions: σαρκώδης, σαρκώδη, σαρκώδες, σαρκώδεις, σαρκωδών