Libre en grec
Traduction: libre, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ανύπαντρος, μόνος, λάσκος, λυτός, ανεπίσημος, ελαστικός, ανεξάρτητος, κενός, μακριά, εθελοντικός, ξέγνοιαστος, μονόκλινος, τσάμπα, μπόσικος, άδειος, αργόσχολος, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): libre
charente libre, covoiturage, covoiturage libre, la charente libre, la libre, libre dictionnaire de langue grec, libre en grec
Traductions
- libraire en grec - βιβλιοπώλης, βιβλιοπώλη, βιβλιοπώλης που, το βιβλιοπώλη, τα βιβλιοπωλεία
- librairie en grec - βιβλιοπωλείο, βιβλιοπωλείου, βιβλιοπωλείων, βιβλιοπωλεια, το βιβλιοπωλείο
- libre-service en grec - αυτοεξυπηρέτηση, αυτοεξυπηρέτησης, σελφ σέρβις
- librement en grec - ελεύθερα, δωρεάν, τσάμπα, αυτεξούσιος, απεριόριστα, ελεύθερη, χωρίς, ...
Mots aléatoires
Libre en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ανύπαντρος, μόνος, λάσκος, λυτός, ανεπίσημος, ελαστικός, ανεξάρτητος, κενός, μακριά, εθελοντικός, ξέγνοιαστος, μονόκλινος, τσάμπα, μπόσικος, άδειος, αργόσχολος, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης
Traductions: ανύπαντρος, μόνος, λάσκος, λυτός, ανεπίσημος, ελαστικός, ανεξάρτητος, κενός, μακριά, εθελοντικός, ξέγνοιαστος, μονόκλινος, τσάμπα, μπόσικος, άδειος, αργόσχολος, δωρεάν, ελεύθερη, χωρίς, ελεύθερο, ελεύθερης