Mutisme en grec
Traduction: mutisme, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
σιγή, σιωπή, σωπαίνω, βουβαμάρα, αταραξία
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): mutisme
définition mutisme, le mutisme, mutisme adolescent, mutisme akinétique, mutisme antonymes, mutisme dictionnaire de langue grec, mutisme en grec
Traductions
- mutiner en grec - πληθώρα, όργιο, επαναστατώ, επαναστάτης, ταραχή, εξέγερση, ανταρσία, ...
- mutinerie en grec - εξέγερση, επανάσταση, ανταρσία, ανταρσίας, στάση, την ανταρσία, εξέγερσης
- mutité en grec - αλαλία, αφωνία, αλαλίας, αφωνία με, βωβότητα
- mutualité en grec - αμοιβαιότητα, αμοιβαιότητας, η αμοιβαιότητα, την αμοιβαιότητα, της αμοιβαιότητας
Mots aléatoires
Mutisme en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: σιγή, σιωπή, σωπαίνω, βουβαμάρα, αταραξία
Traductions: σιγή, σιωπή, σωπαίνω, βουβαμάρα, αταραξία