Précis en grec
Traduction: précis, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
αυστηρός, συνεπής, μπετόν, ακριβής, πιστός, ακρίβεια, μπετό, σκυρόδεμα, συγκεκριμένος, σαφής, οριστικός, ακριβολόγος, ειδικός, ειδικές, ειδικών, συγκεκριμένες
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): précis
dalloz, petit précis, petit précis grumeautique, plus précis, précis anglais, précis dictionnaire de langue grec, précis en grec
Traductions
- précipiter en grec - κάνω, ρανίδα, πέταγμα, σπεύδω, βιάζομαι, επιταχύνω, ρίχνω, ...
- précipité en grec - επισπεύδω, παράτολμος, ίζημα, ιλύς, γρήγορος, απερίσκεπτος, εξάνθημα, ...
- précise en grec - ζωηρά, ακριβής, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές
- préciser en grec - καθορίζω, εντοπίζω, προσδιορίζει, προσδιορίζουν, καθορίσετε, καθορίστε, διευκρινίζει
Mots aléatoires
Précis en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: αυστηρός, συνεπής, μπετόν, ακριβής, πιστός, ακρίβεια, μπετό, σκυρόδεμα, συγκεκριμένος, σαφής, οριστικός, ακριβολόγος, ειδικός, ειδικές, ειδικών, συγκεκριμένες
Traductions: αυστηρός, συνεπής, μπετόν, ακριβής, πιστός, ακρίβεια, μπετό, σκυρόδεμα, συγκεκριμένος, σαφής, οριστικός, ακριβολόγος, ειδικός, ειδικές, ειδικών, συγκεκριμένες