Récréatif en grec
Traduction: récréatif, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
ψυχαγωγικός, διασκεδαστικός, ψυχαγωγικές, τον αναζωογονητικό, για ψυχαγωγία
Autres langues
Mots associés / Définition (def): récréatif
récréatif antonymes, récréatif bagnères de bigorre, récréatif benet, récréatif bonneville, récréatif chef boutonne, récréatif dictionnaire de langue grec, récréatif en grec
Traductions
- récriminer en grec - διαμαρτύρομαι, κάνω παραστάσεις, εναντιωθείτε
- récrire en grec - ξαναγράφω, ξαναγράψει, επανεγγραφής, επανασυγγραφή, ξαναγράψουμε
- récréation en grec - υπόλοιπος, αναψυχή, παρέκβαση, ξεκουράζομαι, απασχόληση, σπάζω, παύση, ...
- récréer en grec - αναπαριστώ, αναδημιουργώ, αναδημιουργήσει, αναδημιουργήσουν, ξαναδημιουργήσετε, δημιουργήσετε ξανά, να αναδημιουργήσει
Mots aléatoires
Récréatif en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: ψυχαγωγικός, διασκεδαστικός, ψυχαγωγικές, τον αναζωογονητικό, για ψυχαγωγία
Traductions: ψυχαγωγικός, διασκεδαστικός, ψυχαγωγικές, τον αναζωογονητικό, για ψυχαγωγία