Scélérat en grec
Traduction: scélérat, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
εγκληματίας, μόρτης, εγκληματικός, φαύλος, κακοποιός, κακό, κακοποιό, κακός
Autres langues
Mots associés / Définition (def): scélérat
définition scélérat, scélérat antonymes, scélérat dictionnaire, scélérat définition, scélérat définition wikipédia, scélérat dictionnaire de langue grec, scélérat en grec
Traductions
- sculpture en grec - άγαλμα, γλυπτό, γλυπτική, γλυπτικής, γλυπτά, γλυπτών
- scène en grec - κρεμάλα, σκαλωσιά, αλληλουχία, διαδοχή, ικρίωμα, σκηνή, τοπίο, ...
- scénario en grec - ενδελέχεια, ειρμός, βιβλίο, καπαρώνω, βιβλιάριο, σενάριο, το σενάριο, ...
- scénariste en grec - σεναριογράφος, σεναριογράφου, σεναριογράφο, σενάριο, του σεναριογράφου
Mots aléatoires
Scélérat en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: εγκληματίας, μόρτης, εγκληματικός, φαύλος, κακοποιός, κακό, κακοποιό, κακός
Traductions: εγκληματίας, μόρτης, εγκληματικός, φαύλος, κακοποιός, κακό, κακοποιό, κακός