Trancher en grec
Traduction: trancher, Dictionnaire: français » grec
Langue de départ:
français
Langue d'arrivée:
grec
Traductions:
πετσοκόβω, τεμαχίζω, αναλύω, διαμελίζω, κόβω, τσεκουριά, κοπή, κόψιμο, εγκοπή, φέτα, αποφασίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Mots associés
Autres langues
Mots associés / Définition (def): trancher
franchir conjugaison, machine a trancher, machine à trancher, synonyme trancher, trancher antonymes, trancher dictionnaire de langue grec, trancher en grec
Traductions
- tranchant en grec - σκληρός, τραχύς, χείλος, επισημαίνω, στίγμα, οξύς, δείχνω, ...
- tranche en grec - τμήμα, κόψιμο, φέτα, κόβω, τομή, νιφάδα, μπριζόλα, ...
- tranches en grec - φέτες, φετών, τομές, κομμάτια, τεμάχια
- tranchée en grec - τάφρος, εξαντλώ, χυμός, χαντάκι, ζουμί, χαράκωμα, τάφρο, ...
Mots aléatoires
Trancher en grec - Dictionnaire: français » grec
Traductions: πετσοκόβω, τεμαχίζω, αναλύω, διαμελίζω, κόβω, τσεκουριά, κοπή, κόψιμο, εγκοπή, φέτα, αποφασίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση
Traductions: πετσοκόβω, τεμαχίζω, αναλύω, διαμελίζω, κόβω, τσεκουριά, κοπή, κόψιμο, εγκοπή, φέτα, αποφασίζω, εγκατασταθούν, διευθέτηση, διακανονισμό, διευθετήσει, τακτοποίηση