Ably στα ελληνικά

Μετάφραση: ably, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανά
Ably στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ablution στα ελληνικά - νίψιμο, πλύσιμο
  • abnegate στα ελληνικά - αποποιούμαι, παραιτούμαι, εγκαταλείπω, αρνούμαι, αποκηρύσσω
  • abnegated στα ελληνικά - αποποιούνται, αποποιούνται της
Τυχαίες λέξεις
Ably στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανά