Attic στα ελληνικά
Μετάφραση: attic, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σοφίτα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- attesting στα ελληνικά - βεβαιώνει, πιστοποιεί, βεβαιώνουν, που βεβαιώνει, που πιστοποιεί
- attests στα ελληνικά - βεβαιώνει, πιστοποιεί, μαρτυρεί, πιστοποιούν, επιβεβαιώνει
- attica στα ελληνικά - Αττική, Αττικής, του attica, της Αττικής
- attics στα ελληνικά - σοφίτες, τις σοφίτες, πατάρια, σοφίτα, παταριών
Τυχαίες λέξεις
Attic στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σοφίτα
Μεταφράσεις: σοφίτα