Compensate στα ελληνικά

Μετάφραση: compensate, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπληρώνω, αντισταθμίζω, αντιστάθμιση, αποζημιώσει, αντισταθμίσει, αντισταθμίζουν, αντισταθμίσουν
Compensate στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afro-asian στα ελληνικά - αφρο-ασιατικής
  • arcs στα ελληνικά - τόξα, τόξων, τα τόξα, ακμές, εκκενώσεων τόξου
  • at στα ελληνικά - σε, στο, κατά, στη, στην
  • backing στα ελληνικά - συμπαράσταση
Τυχαίες λέξεις
Compensate στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπληρώνω, αντισταθμίζω, αντιστάθμιση, αποζημιώσει, αντισταθμίσει, αντισταθμίζουν, αντισταθμίσουν