Experimental στα ελληνικά
Μετάφραση: experimental, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοκιμαστικός, πειραματικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- altitude στα ελληνικά - υψόμετρο
- areas στα ελληνικά - περιοχές, περιοχών, τομείς, εκτάσεις, χώρους
- built-in στα ελληνικά - ενσωματωμένο, ενσωματωμένη, ενσωματωμένα, ενσωματωμένες, ενσωματωμένου
Τυχαίες λέξεις
Experimental στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοκιμαστικός, πειραματικός
Μεταφράσεις: δοκιμαστικός, πειραματικός