Mar στα ελληνικά
Μετάφραση: mar, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βλάπτω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- actuating στα ελληνικά - κινητήριος, ενεργοποίησης, ενεργοποίηση, την ενεργοποίηση, ενεργοποιήσεως
- attaches στα ελληνικά - αποδίδει, προσαρτάται, ακολούθων, ακολούθους
- backsides στα ελληνικά - πίσω πλευρές, οπίσθιες πλευρές, τα οπίσθια
- beading στα ελληνικά - πλαισίωση, χάντρες, σχηματισμού περιθωρίου, αναδιπλώσεως
Τυχαίες λέξεις
Mar στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βλάπτω
Μεταφράσεις: βλάπτω