Mutter στα ελληνικά

Μετάφραση: mutter, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μουρμουρίζω, μουρμούρισμα, ψιθυρίζω, Mutter, μουρμουρίζουν
Mutter στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • booby-trap στα ελληνικά - μπούφος, booby, γκαφατζών, βλάκας, είχαν στηθεί
  • booking στα ελληνικά - κράτηση, κρατήσεις, κράτησης, κρατήσεων, κράτησή
Τυχαίες λέξεις
Mutter στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μουρμουρίζω, μουρμούρισμα, ψιθυρίζω, Mutter, μουρμουρίζουν