Sluggish στα ελληνικά

Μετάφραση: sluggish, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαχμουρλής, άτονος, δυσκίνητος, νωχελής
Sluggish στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • accommodation στα ελληνικά - κατάλυμα, στέγαση
  • atomizing στα ελληνικά - ψεκασμού, ατομοποίησης, ατομοποίηση, εκνέφωσης, αεροποίησης
Τυχαίες λέξεις
Sluggish στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαχμουρλής, άτονος, δυσκίνητος, νωχελής