Stem στα ελληνικά

Μετάφραση: stem, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μίσχος, στείρα, στέλεχος
Stem στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • benefiting στα ελληνικά - επωφελούνται, που επωφελούνται, επωφελείται, όφελος, τυγχάνουν
  • bolsters στα ελληνικά - μαξιλάρια, στηρίγματα, υποστυλώματα, τμήματα ενισχύσεως, τμημάτων ενισχύσεως
  • challengeable στα ελληνικά - να προσβληθεί, να προσβληθούν, δεκτική προσφυγής, προσβλητή, προσβλητέα
Τυχαίες λέξεις
Stem στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μίσχος, στείρα, στέλεχος