Torture στα ελληνικά
Μετάφραση: torture, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βασανισμός, βασανίζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accrued στα ελληνικά - δεδουλευμένος, δεδουλευμένων, δεδουλευμένους, δεδουλευμένοι, δεδουλευμένα
- capacities στα ελληνικά - ικανότητες, ικανοτήτων, δυνατοτήτων, δυνατότητες, των ικανοτήτων
- catcher στα ελληνικά - συλλέκτης, πιάνει, συλλέκτη, χάρμα
Τυχαίες λέξεις
Torture στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βασανισμός, βασανίζω
Μεταφράσεις: βασανισμός, βασανίζω