Vindictive στα ελληνικά
Μετάφραση: vindictive, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδικητικός, μνησίκακος, εκδικητική, εκδικητικό, εκδικητικούς, εκδικητικοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- appointment στα ελληνικά - συνάντηση, διορισμός, ορισμός, ραντεβού
- blowzy στα ελληνικά - ακατάστατος, ατημέλητος
- caffeine στα ελληνικά - καφεΐνη, καφεΐνης, η καφεΐνη, την καφεΐνη, καφείνη
Τυχαίες λέξεις
Vindictive στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδικητικός, μνησίκακος, εκδικητική, εκδικητικό, εκδικητικούς, εκδικητικοί
Μεταφράσεις: εκδικητικός, μνησίκακος, εκδικητική, εκδικητικό, εκδικητικούς, εκδικητικοί