Adapt στα ελληνικά
Μετάφραση: adapt, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βολικός, ADAPT, το ADAPT, ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ, του ADAPT
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acid στα ελληνικά - ξινός, οξύς, οξύ, οξέος, οξέως, οξέων
- aciditet στα ελληνικά - ξινός, οξύτητα, οξύτητας, την οξύτητα, της οξύτητας, η οξύτητα
- adaptoj στα ελληνικά - στεγάζω, διασκευάζω, προσαρμόζω, εξυπηρετώ, προσαρμοστούν, προσαρμόσει, προσαρμόζει, ...
- aderim στα ελληνικά - λήμμα, πρόσβαση, είσοδος, προσχώρηση, ένταξη, ομολογία, καταχώρηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Adapt στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βολικός, ADAPT, το ADAPT, ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ, του ADAPT
Μεταφράσεις: βολικός, ADAPT, το ADAPT, ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ, του ADAPT