Rritur στα ελληνικά

Μετάφραση: rritur, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενήλικος, ενήλικας, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
Rritur στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rri στα ελληνικά - μένω, κάθομαι, διαμονή, παραμονή, μείνετε, μείνουν, μείνει
  • rrit στα ελληνικά - ράτσα, σηκώνω, καλλιεργώ, αυξάνομαι, μεγαλώνω, αναπαράγω, ανατρέφω, ...
  • rrjedh στα ελληνικά - τρέχω, ροή, ρέω, στάζω, σταλάζω, ροής, ρέει, ...
  • rrobë στα ελληνικά - ρούχα, εξοπλισμός, στολή, ντύσιμο, εξάρτηση, ρούχο
Τυχαίες λέξεις
Rritur στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενήλικος, ενήλικας, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει