Compétence στα ελληνικά
Μετάφραση: compétence, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανότητα, κατανομή, πραγματογνωμοσύνη, δικαιοδοσία, αποτελεσματικότητα, αρμοδιότητα, αρμοδιότητας, αρμοδιοτήτων, αρμοδιότητες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- computer στα ελληνικά - λογαριάζω, μετρώ, κόμης, υπολογίζω, υπολογιστή, υπολογιστής, υπολογιστών, ...
- compère στα ελληνικά - συνένοχος, συνεργός, συνεργό, συνεργού, συνένοχο
- compétent στα ελληνικά - ικανός, σφετερίζομαι, αποτελεσματικός, κατάλληλος, εκλόγιμος, εκλέξιμος, σχετικός, ...
- compétiteur στα ελληνικά - αντίπαλος, αντίζηλος, διαγωνιζόμενος, παραβγαίνω, ανταγωνιστής, ανταγωνιστή, αγωνιζόμενος, ...
Τυχαίες λέξεις
Compétence στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανότητα, κατανομή, πραγματογνωμοσύνη, δικαιοδοσία, αποτελεσματικότητα, αρμοδιότητα, αρμοδιότητας, αρμοδιοτήτων, αρμοδιότητες
Μεταφράσεις: ικανότητα, κατανομή, πραγματογνωμοσύνη, δικαιοδοσία, αποτελεσματικότητα, αρμοδιότητα, αρμοδιότητας, αρμοδιοτήτων, αρμοδιότητες