Proéminent στα ελληνικά
Μετάφραση: proéminent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευδιάκριτος, διακεκριμένος, διαπρεπής, επιφανής, προεξέχων, εξέχοντα, εξέχουσα
Μεταφράσεις
- appréciable στα ελληνικά - αξιοσημείωτος, αισθητός, αξιόλογη, αισθητή, αισθητές, αξιόλογο, αισθητά
- araignée στα ελληνικά - αράχνη, αράχνης, spider, της αράχνης, αραχνών
- canalisée στα ελληνικά - διοχετεύεται, διοχετεύονται, διοχετευθεί, διοχετευθούν, διοχετεύθηκε
- chienne στα ελληνικά - σκύλα, θηλυκό, σκύλας, η σκύλα, πουτάνα
Τυχαίες λέξεις
Proéminent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευδιάκριτος, διακεκριμένος, διαπρεπής, επιφανής, προεξέχων, εξέχοντα, εξέχουσα
Μεταφράσεις: ευδιάκριτος, διακεκριμένος, διαπρεπής, επιφανής, προεξέχων, εξέχοντα, εξέχουσα