Entkernen στα ελληνικά
Μετάφραση: entkernen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορυχείο, λάκκος, πέτρα, πετροβολώ, λιθοβολώ, πυρήνας, πυρήνα, βασικές, βασικών, πυρήνος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abschirmung στα ελληνικά - καλύπτω, ασπίδα, περίβλημα, θωράκιση, θωράκισης, προστασίας, προστατευτικού, ...
- arbeitsbeanspruchung στα ελληνικά - εργασιακού άγχους, εργασιακό άγχος, το εργασιακό άγχος, του εργασιακού άγχους, εργασιακό στρες
- dekade στα ελληνικά - δεκαετία, δεκαετίας
Τυχαίες λέξεις
Entkernen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορυχείο, λάκκος, πέτρα, πετροβολώ, λιθοβολώ, πυρήνας, πυρήνα, βασικές, βασικών, πυρήνος
Μεταφράσεις: ορυχείο, λάκκος, πέτρα, πετροβολώ, λιθοβολώ, πυρήνας, πυρήνα, βασικές, βασικών, πυρήνος