Obligatorisch στα ελληνικά

Μετάφραση: obligatorisch, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτακτικός, υποχρεωτικός, υποχρεωτικό, υποχρεωτική, υποχρεωτικά, υποχρεωτικές, υποχρεωτικής
Obligatorisch στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apparatur στα ελληνικά - εξοπλισμός, εξοπλισμού, εξοπλισμό, τον εξοπλισμό, του εξοπλισμού
  • auswuchtpflaster στα ελληνικά - ζύμη
  • befugnis στα ελληνικά - ένταλμα, ισχύς, εξουσία, δύναμη, ισχύος, ισχύ
  • drückt στα ελληνικά - πρέσες, πιεστήρια, πρέσσες, πιεστηρίων, πιεστηρια
Τυχαίες λέξεις
Obligatorisch στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτακτικός, υποχρεωτικός, υποχρεωτικό, υποχρεωτική, υποχρεωτικά, υποχρεωτικές, υποχρεωτικής