Pfeifen στα ελληνικά
Μετάφραση: pfeifen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφύριγμα, σκούζω, φρουμάζω, σφυρίζω, σκούξιμο, κόμματος, σφυρίχτρα, πουλί, διαιτητής, τέλειωσε, σφυρίκτρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aktivist στα ελληνικά - ακτιβιστής, ακτιβιστή, ακτιβίστρια, ακτιβιστών, ενεργό
- artikel στα ελληνικά - ρήτρα, άρθρο, άρθρου, το άρθρο, του άρθρου, αντικείμενο
- bankier στα ελληνικά - τραπεζίτης, τραπεζίτη, τράπεζα, τραπεζικής, τράπεζας
- bivalent στα ελληνικά - δισθενής, δισθενή, δισθενές, δισθενούς, δισθενείς
Τυχαίες λέξεις
Pfeifen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφύριγμα, σκούζω, φρουμάζω, σφυρίζω, σκούξιμο, κόμματος, σφυρίχτρα, πουλί, διαιτητής, τέλειωσε, σφυρίκτρα
Μεταφράσεις: σφύριγμα, σκούζω, φρουμάζω, σφυρίζω, σκούξιμο, κόμματος, σφυρίχτρα, πουλί, διαιτητής, τέλειωσε, σφυρίκτρα