Άτεγκτος στα αγγλικά

Μετάφραση: άτεγκτος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rigid, uncompromising
Άτεγκτος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άτεγκτος

άτεγκτος συνώνυμα, άτεγκτος ετυμολογία, άτεγκτος συνώνυμο, άτεγκτος λεξικό γλώσσας αγγλικά, άτεγκτος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • άσχημος στα αγγλικά - unsightly, ugly, seamy, shapeless, homely
  • άτακτος στα αγγλικά - desultory, disorderly, naughty, mischievous, straggly, irregular, unruly
  • άτεχνος στα αγγλικά - artless, splay, inartistic, awkward, coarse
  • άτιμος στα αγγλικά - dishonest, knavish, coward, inglorious, ignominious
Τυχαίες λέξεις
Άτεγκτος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: rigid, uncompromising