Άτρωτος στα αγγλικά

Μετάφραση: άτρωτος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
immune, invulnerable, invincible, immune to, untouchable
Άτρωτος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: άτρωτος

invulnerable
  • άτρωτος

Σχετικές λέξεις: άτρωτος

άτρωτοσ σε, άτρωτος ετυμολογία, άτρωτος ταινία, άτρωτος ιωάννινα, άτρωτος λεξικό γλώσσας αγγλικά, άτρωτος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • άτονος στα αγγλικά - sluggish, languid, unaccented, spiritless, lackadaisical, listless
  • άτρακτος στα αγγλικά - fuselage, spindle, shaft, mandrel, shaft is
  • άτυπος στα αγγλικά - atypical, informal, an informal, unofficial, undocumented
  • άτυχος στα αγγλικά - hapless, unlucky, luckless, unfortunate, an unlucky
Τυχαίες λέξεις
Άτρωτος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: immune, invulnerable, invincible, immune to, untouchable