Αδιάπτωτος στα αγγλικά

Μετάφραση: αδιάπτωτος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
unfailing, undiminished, unabated
Αδιάπτωτος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αδιάπτωτος

undiminished
  • αδιάπτωτος
  • αμείωτος

Σχετικές λέξεις: αδιάπτωτος

αδιάπτωτος λεξικό γλώσσας αγγλικά, αδιάπτωτος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • αδιάλυτος στα αγγλικά - insoluble, undiluted, indissoluble
  • αδιάντροπος στα αγγλικά - shameless, insolent, barefaced
  • αδιάφθορος στα αγγλικά - incorruptible, uncorrected, uncorrupted
  • αδιάφορος στα αγγλικά - uninteresting, nonchalant, indifferent, listless, unconcerned, uninterested
Τυχαίες λέξεις
Αδιάπτωτος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: unfailing, undiminished, unabated