Αιχμηρός στα αγγλικά
Μετάφραση: αιχμηρός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pointed, spiky, sharp, spiculate, spiked
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αιχμηρός
sharp
- κοφτερός
- κοπτερός
- αιχμηρός
- οξύς
- ριμύς
- πανούργος
- αιχμηρός
- ακιδωτός
- αγκαθωτός
- μυτερός
- δυσκολομεταχείριστος
- οξύς
- δηκτικός
- αιχμηρός
- αιχμηρός
- αιχμηρός
- μυτερός
Σχετικές λέξεις: αιχμηρός
αιχμηρός συνώνυμο, αιχμηρός λεξικό γλώσσας αγγλικά, αιχμηρός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αιχμαλωσία στα αγγλικά - capture, captivity, captive, of captive
- αιχμαλωτίζω στα αγγλικά - capture, captivate, capturing
- αιωνιότητα στα αγγλικά - eternity, perpetuity, eternity of, all eternity
- αιώνας στα αγγλικά - century, centuries, century of
Τυχαίες λέξεις
Αιχμηρός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: pointed, spiky, sharp, spiculate, spiked
Μεταφράσεις: pointed, spiky, sharp, spiculate, spiked