Ακατοίκητος στα αγγλικά
Μετάφραση: ακατοίκητος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
uninhabited, uninhabitable, desolate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ακατοίκητος
desolate
- έρημος
- ακατοίκητος
- ερημωμένος
- απελπισμένος
- ακατοίκητος
- αχαλίνωτος
- ανεμπόδιστος
- ακατοίκητος
Σχετικές λέξεις: ακατοίκητος
ακατοίκητος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ακατοίκητος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ακατέργαστος στα αγγλικά - crude, raw, rough, unwrought, pig
- ακαταστασία στα αγγλικά - disorder, mess, untidiness, messiness, clutter
- ακεραιότητα στα αγγλικά - integrity, rectitude, integrity of, the integrity
- ακλόνητος στα αγγλικά - steadfast, unshaken, unfaltering, unshakeable, unwavering
Τυχαίες λέξεις
Ακατοίκητος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: uninhabited, uninhabitable, desolate
Μεταφράσεις: uninhabited, uninhabitable, desolate