Ανάφλεξη στα αγγλικά
Μετάφραση: ανάφλεξη, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
combustion, ignition, inflammation, ignition of
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ανάφλεξη
blaze
- φλόγα
- πύρα
- πυρκαϊά
- ανάφλεξη
- ακτινοβολία
- ανάφλεξη
- καύση
- ανάφλεξη
- φλεγμονή
- ανάφλεξη
- φλόγωση
- στοματίτιδα
Σχετικές λέξεις: ανάφλεξη
ανάφλεξη συνέντευξη, αυθόρμητη ανάφλεξη, ανάφλεξη υδρογόνου, ηλεκτρονική ανάφλεξη, πιεζοηλεκτρική ανάφλεξη, ανάφλεξη λεξικό γλώσσας αγγλικά, ανάφλεξη στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ανάσταση στα αγγλικά - resurrection, resurrection of, the resurrection
- ανάστημα στα αγγλικά - build, stature, height, body height, stature of, a body height
- ανάχωμα στα αγγλικά - bank, embankment, mound, levee, dike, dyke
- ανέγερση στα αγγλικά - erection, construction, construction of, building, erection of
Τυχαίες λέξεις
Ανάφλεξη στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: combustion, ignition, inflammation, ignition of
Μεταφράσεις: combustion, ignition, inflammation, ignition of