Ανήμπορος στα αγγλικά

Μετάφραση: ανήμπορος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
helpless, unable, helplessly, a helpless, powerless
Ανήμπορος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ανήμπορος

helpless
  • ανήμπορος
  • αβοήθητος
  • ανίκανος

Σχετικές λέξεις: ανήμπορος

ανήμπορος - καζαντζίδης στελιος lyrics, ανήμπορος - καζαντζίδης στελιος, ανήμπορος συνωνυμα, ο ανήμπορος, ανήμπορος στιχοι, ανήμπορος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ανήμπορος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ανήθικος στα αγγλικά - immoral, bawdy, obscene, profligate, unethical
  • ανήκω στα αγγλικά - belong, I belong, I am, I belong to, I am one
  • ανήσυχα στα αγγλικά - nervously, uneasily, restless, restlessly, uncomfortable, anxious
  • ανήσυχος στα αγγλικά - anxious, apprehensive, worried, restless, uneasy, squirmy
Τυχαίες λέξεις
Ανήμπορος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: helpless, unable, helplessly, a helpless, powerless