Ανοχή στα αγγλικά

Μετάφραση: ανοχή, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tolerance, forbearance, allowance, tolerance of, a tolerance
Ανοχή στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ανοχή

bearing
  • ρουλεμάν
  • έδρανο
  • σχέση
  • τριβέας
  • στήριγμα
  • ανοχή
allowance
  • επίδομα
  • χορήγηση
  • άδεια
  • παραδοχή
  • συγκατάβαση
  • ανοχή
tolerance
  • ανοχή
  • ανεκτικότητα
  • ανεκτικότης
sufferance
  • ανοχή
  • υπομονή
  • ανεκτικότητα
forbearance
  • ανοχή
  • μακροθυμία
  • υπομονή
  • ανεξικακία

Σχετικές λέξεις: ανοχή

ανοχή στη γλυκόζη, ανοχή λεξικό, ανοχή συνώνυμο, ανοχή στη διαφορετικότητα, ανοχή γλυκόζης, ανοχή λεξικό γλώσσας αγγλικά, ανοχή στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ανοράκ στα αγγλικά - anorak, anoraks, making anoraks
  • ανοσία στα αγγλικά - immunity, immune, mediated immunity, immunity to, immunity is
  • ανούσιος στα αγγλικά - insipid, unsavory, flavorless, vapid, jejune
  • αντέχω στα αγγλικά - endure, stand, bear, withstand, resist
Τυχαίες λέξεις
Ανοχή στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: tolerance, forbearance, allowance, tolerance of, a tolerance