Ανυποχώρητος στα αγγλικά

Μετάφραση: ανυποχώρητος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tenacious, staunch, a staunch, adamant, unyielding
Ανυποχώρητος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ανυποχώρητος

tenacious
  • επίμονος
  • συγκρατητικός
  • συνεκτικός
  • σφιχτός
  • ανυποχώρητος

Σχετικές λέξεις: ανυποχώρητος

ανυποχώρητος συνώνυμα, ανυποχώρητος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ανυποχώρητος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ανυπεράσπιστος στα αγγλικά - defenceless, defenseless, undefended, unprotected, helpless
  • ανυπομονησία στα αγγλικά - impatience, eagerness, anxiety, looking forward, forward
  • ανυπόμονος στα αγγλικά - restless, impatient, anxious, agog, eager
  • ανυπόφορος στα αγγλικά - intolerable, unbearable, insufferable, excruciating, insupportable
Τυχαίες λέξεις
Ανυποχώρητος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: tenacious, staunch, a staunch, adamant, unyielding