Απαγορευμένο στα αγγλικά

Μετάφραση: απαγορευμένο, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
taboo, forbidden, prohibited, banned, proscribed, a prohibited
Απαγορευμένο στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαγορευμένο

απαγορευμένο βίντεο ελληνίδας τραγουδίστριας σε ξενοδοχείο, απαγορευμένο τσαλίκης, απαγορευμένο 2, απαγορευμένο βίντεο της μενεγάκη, απαγορευμένο στίχοι, απαγορευμένο λεξικό γλώσσας αγγλικά, απαγορευμένο στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • απαίσιος στα αγγλικά - awful, horrible, nasty, foul, atrocious, stinking, sinister, ...
  • απαίτηση στα αγγλικά - demand, requirement, claim, requirement of, a requirement
  • απαγορεύω στα αγγλικά - forbid, ban, prohibit, tabu, interdict, taboo
  • απαγχονίζω στα αγγλικά - hang, gibbet, string up
Τυχαίες λέξεις
Απαγορευμένο στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: taboo, forbidden, prohibited, banned, proscribed, a prohibited